ημίτονος

ημίτονος
-η, -ο (Μ ἡμίτονος, -ον)
1. (για συλλαβές)
1. αυτή που έχει μισό τόνο, που τονίζεται ελαφρά, δηλαδή δεν έχει τον κύριο τόνο τής λέξης, αλλά δεν είναι και εντελώς άτονη
2. μουσ. αυτός που αποτελείται από ημιτόνια
3. το ουδ. ως ουσ. το ημίτονο
μαθ. η κάθετη γραμμή που άγεται από το ένα άκρο τόξου το οποίο περιλαμβάνεται μεταξύ τών πλευρών επίκεντρης γωνίας επί την ακτίνα που διέρχεται διά τού άλλου άκρου του
μσν.
αυτός που δεν έχει σωματική δύναμη, μισοπεθαμένος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ημι- + -τονος (< τόνος), πρβλ. βαρύ-τονος, οξύ-τονος].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ημι- — (AM ἡμι ) αχώριστο πρόθημα ως α συνθετικό λέξεων τής αρχ., μσν. και νεοελλ. γλώσσας που έχουν την έννοια ότι αυτό που δηλώνει το β συνθετικό είναι: α) το μισό, ως προς το ποσό (πρβλ. ημισέληνος, ημισφαίριο) β) κάτι το ελλιπές, μη τελειωμένο,… …   Dictionary of Greek

  • ημιτόνιο — Όρος που χρησιμοποιείται στη μουσική και σημαίνει μισό τόνο, το μισό δηλαδή της μεγαλύτερης απόστασης ανάμεσα σε δύο διαδοχικούς ή όμοιους φθόγγους στη φυσική κλίμακα. Στο σύγχρονο σύστημα όλα τα η. είναι ίσα και χωρίζονται σε διατονικά και… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”